- συναρχόντων
- συνάρχωrule jointly withpres part act masc/neut gen plσυνάρχωrule jointly withpres imperat act 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τριαντρία — η 1. εξουσία τριών συναρχόντων: Η β τριαντρία σχηματίστηκε από τον Αντώνιο, τον Οκταβιανό και το Λέπιδο. 2. οι τρεις συνάρχοντες που αποτελούν την τριαντρία: Στο θεωρείο εμφανίστηκε η τριαντρία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)